11.3.21

Στο τζάμι μου ένα πουλί, μου ‘λεγε μοιάζουμε πολύ, 2021

 


Στο τζάμι μου ένα πουλί, μου ‘λεγε μοιάζουμε πολύ, 2021


Χάδια που ήταν φάπες, και παρωδίες αγάπες

αυτές, ξέρεις, που μου πούλησες και πάνω τους κατούρησες.

Ωραία ήταν στην αρχή, και σ΄είχα σφοδρά ερωτευτεί

τώρα πια μόνιμα χειμώνα, ισόβια στην Αυλώνα.


Αγεσαι και φέρεσαι, μονάχος σου και χαίρεσαι.

ενα εγωπαθές παραλήρημα, με τα πολλά όμως σκλήρυνα,

Λόγια κι αν άκουσα πολλά, απ’ έξω πέρασαν ξυστά

μπαίνουν και βγαίνουν απ’ τ αυτί, εγώ τι κάνω ακόμα εκεί;


Κατάληξη κάθε βραδιάς, εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς

ανάνηψη, μετά συγγνώμη, κι οι φίλοι μου όλοι νοσοκόμοι.

Like στα ποστ της κάθε πόρνης, μα σύνδρομο εγώ Στοκχόλμης,

χόρτασα πια κουτόχορτα και ψάχνω την εξώπορτα.


Στο τζάμι μου ένα πουλί, μου ‘λεγε μοιάζουμε πολύ

μα τώρα πια θα διαφωνήσω, με ψίχουλα άλλο δεν θα ζήσω.

Επί παντός επιστητού, κάθε μου βίωμα #metoo

βιογραφία μοιάζω ηρώων, μια μέρα ξύπνησα το ζώον.


Στην άγονη σου φάρμα, για δες, φυτρώνει κάρμα

κι όπως την κάνω μ’ ελαφρά, πίσω μου ρίχνω κοπριά.

Ευτυχίας μου οφειλέτη, για δες με απόψε στη Μελέτη

δυό ώρες αφιέρωμα, θα διάλεγες μαχαίρωμα. 


Οι φίλοι σου βρε φουκαριάρη, θα σ’ έχουν όλοι τους μπλοκάρει

και στον κοινό λογαριασμό, ένα θα βρεις μηδενικό.

Πεντάμονος εσύ θα ζήσεις, δε μ’ ενδιαφέρει αν θα ψοφήσεις

και το πολύ κανά πορνίδιο, να σου διαβάσει επικήδειο. 


Πάνω στο κομοδίνο, το όσκαρ σου αφήνω

αυτό του πρώτου ρόλου, στη σχέση μας του κώλου.

Και τέλος πριν να φύγω, θα σε διαολοστείλω

ποτέ σου δίνω μια ευχή, ξανά να μη σου σηκωθεί.



22.1.21

Αγάπη Ασυμπτωματική, 2020

Αγάπη Ασυμπτωματική, 2020


Σκληρή κάνω προπόνηση για κούρσα αντοχής

μ´ αντί χρυσό μετάλλιο, χαρτί συμμετοχής.

Μπροστά για λίγο ήμουνα κι η τύχη ήταν μαζί μου

σκοντάφτω σε εμπόδιο και βγαίνει η Πατουλίδου.


Χημεία που είναι ο έρωτας, κι αν έχω εγώ διαβάσει

κάθε μου νέο πείραμα, ενός πυρήνα σχάση.

Ψυχής μου δίνω έκθεση, μα απ´ το θέμα εκτός,

Το μέλλον μου αόριστος, ο πόνος παρατατικός.


Σκληρή δουλειά η ευτυχία και έχω ελλιπές CV

στο ράφι προϋπηρεσία, σπουδές στην ανοχή

Μισθός μου η απόρριψη, η αδιαφορία bonus

συνταξιούχα ελπίδα μου, διαδήλωσε στους δρόμους.


Πάθος μου κάνεις δίαιτα και τρως μόνο σαλάτα

πίσω ο χρόνος δε γυρνά, φθινόπωρα τα νιάτα

Στ’ ονείρου μου την πασαρέλα, πατάω εγώ γερά

μα σαν ξυπνήσω το πρωί, με διώχνει η Καγιά.


Καρδιά που έχω αθλητή και ξέρει να υπομένει

εκεί που ξάφνου αν σκιρτά, βρίσκεται διασωληνωμένη

Αυτοάνοσό μου πεπρωμένο, ζωή μου εσύ λεπρή

αγάπη όποιον κόλλησα, ήταν ασυμπτωματική.


Κάμπια, 2020


Κάμπια, 2020


Πριν σε γνωρίσω ήμουνα κάμπια, τηγάνι με καμένα λάδια,

απότιστο, ξερό φυτό, νόημα δεν είχα και σκοπό.

Στης πρότασής μου το κενό, μπήκες εσύ θαυμαστικό

αργία ήσουν, Κυριακή, μπριζόλα τη Σαρακοστή.


Πριν σε γνωρίσω ήμουνα κάμπια, σερνόμουν μεσα στα σκοτάδια

γρουσούζικη ημουν παροιμία, κι αόριστη αντωνυμία.

Σε όλους έφερνα αηδία, και στα προνήπια αλλεργία,

μα εσύ σε μένα κάτι είδες, σκάνε απ’ τη ζήλια οι ακρίδες.


Πριν σε γνωρίσω ήμουνα κάμπια, σε σάπια μ’ έβρισκες αχλάδια

και από λάσπες και λακούβα, βγήκα εγώ σαν πεταλούδα.

Απ΄το κουκούλι σαν πουλί, φτάνω απ’ την Κρήτη στο Σουφλί

και ιστορίες λέω μπόλικες, σε θείους μου μεταξοσκώληκες.


Πριν σε γνωρίσω ήμουνα κάμπια κι ο εφιάλτης στα λιβάδια

μυαλό που είχα κουτοπόνηρο, τέτοιο ποτέ δεν είδε όνειρο

Η πλάση κτήμα μου κι η φύση, καλάμι θα ‘χα καβαλήσει

μα “ναι” πριν γίνουνε τα “όχι”, μπλέχτηκα μέσα σε απόχη.


Πριν σε γνωρίσω ήμουνα κάμπια, αντί φιλέτο πάντα μπάμια,

μα όμως ήσουν φυλακή, νερόβραστη ξανά φακή.

Προοπτικές μου κι ενδεχόμενα, τώρα πια είστε κατεχόμενα

κι αγάπη υποτιθέμενη, παγίδα ήταν και μέγγενη.


Πριν σε γνωρίσω ήμουνα κάμπια, να φτάσω ήθελα ταβάνια

πάνω που χρώμα είδα στο μαύρο, με κάρφωσες εσύ στο κάδρο.

Στη χούφτα μ’ έσφιξες γερά, κιμά μου κάνεις τα φτερά

και τα παλια μου χαϊλίκια, ανέκδοτα είναι για σκουλήκια.



16.9.20

Ενα απαίσιο καλοκαίρι, 2020


Ένα απαίσιο καλοκαίρι, 2020


Ένα απαίσιο καλοκαίρι, νταλίκα δίχως τιμονιέρη,

πιξελιασμένη μοιάζει εκτύπωση, όλο το δυό χιλιάδες είκοσι.

Πάνω που κάνω γνωριμία, ξεσπάει μία πανδημία

τάμα να κάνω, προσευχή, η Αγιά Σοφιά είναι τζαμί.


Ο νούς μου που να το συλλάβει, μάσκα φοράω στο καράβι,

ταλιάτα, τόμαχοκ και wagyu, κλειστό θα είν’ το Alemagou.

Στη Μύκονο έχω κινδυνεύσει, νομίζω πως δεν έχω γεύση

κι Αντίπαρο χωρίς εσάνς, μάλλον μας κόλλησε ο Τομ Χάνκς.


Στα όνειρά μου εμετός, οικόπεδο όλη η Βηρυτός,

και Καστελόριζο με τράτα, τρακάραμε σε μιά φρεγάτα.

Πρίν καν ανοίξω βλεφαρίδα, διαβάζω iefimerida,

και νέα ψάχνω χαρωπά, τι δίαιτα έκανε η Σκορδά.


Μα όλα έχουν χρώμα γκρί, κι μέρα θα ´ναι ζοφερή,

μιά γνωριμία ειχ’ όλο κι όλο, πριν λίγο μ´έκανε unfollow.

Θεέ μου να ´ρθεί το εικοσιένα, να μοιάσουν όλα να ναι ψέμα,

κι άλλη μη χάσω ευκαιρία, ούτε το golden της Aegean.


Πρωτοχρονιά στη Δράμα, 2019

 Πρωτοχρονιά στη Δράμα, 2019



Πρωτοχρονιά στη Δράμα, απ’ τις εννιά πυτζάμα,

Και βάσανα που χω μεγάλα τ ακούνε μέχρι την Καβάλα.

Με δάκρυ χείμαρρο ποτάμι, ξεκίνησα απ΄το Μπραχάμι,

κι έχω το κινητό κλειστό απ’ τα διόδια στο Σχιστό.

Καπου μετά το Καπανδρίτι, δεν μου ‘μπαινε καλά η τρίτη,

και σε μια Shell στη Μαλακάσα, λάδια μου αλλάξανε και γράσα.


Πρωτοχρονιά στη Δράμα, μα πένθιμα χτυπά η καμπάνα,

Στη σκέψη μόνο να με πάρει, κάνω U Turn στο Σχηματάρι.

Βαράν οι φλέβες σαν ταμπούρλα, σταμάτησα Καμμένα Βούρλα,

Και πείνασα λίγο βρε παιδιά, σουβλάκια τρώω στη Λειβαδιά.

Σκεφτόμουν έξω απ΄τη Λαμία, πως τύχη εγώ δεν έχω μία,

Και μόλις πέρασα Στυλίδα, πέθανε μέσα μου η ελπίδα.


Πρωτοχρονιά στη Δράμα, μα στην καρδιά μου ράμμα,

Μόνη τα πίνω η καψερή, στο Βόλο σ’ ενα ουζερί.

Γκαζώνω για τη Λάρισα κι ένα φιλί λαχτάρισα,

Χαστούκι και βρεγμένη βέργα, στα Τέμπη πάλι είχε έργα.

Ξημέρωσε στην Κατερίνη, στο βάθος βλέπω ένα μπουρίνι,

Στην Εγνατία χάνω τη στροφή, χειμώνας κάθε μου εποχή.


Πρωτοχρονιά στη Δράμα, και γράφω ένα γράμμα,

Που σκεφτηκα στην Πέλλα, στο ράδιο Μαρινέλλα.

Πρωτοχρονιά στη Δράμα, κ’ είναι όνομα και πράμα,

Τις Σέρρες σαν περνάω, συγγνώμη σου ζητάω...

Πρωτοχρονιά στη Δράμα, μα έγινε το θαύμα!

Μου χτύπησες το τζάμι, γυρνάμε στο Μπραχάμι!


20.3.20

Όγδοη μέρα καραντίνα

Image result for welcome to wuhan

Όγδοη μέρα καραντίνα, 2020 

Ζωή με κέρασες ποτήρι, πικρό και τό ‘πια ξεροσφύρι,
οχτώ ημέρες καραντίνα, θηλιά που σφίγγει, γκιλοτίνα.
Άλλαξαν όλα σε μιά μέρα, σε ρίσκο όλη μου η καριέρα
σκατά τα πάντα, κατρουλιό, ανάθεμα τον κορονοϊό.
Κακό μου μαύρο ριζικό, τελειώνει τ’ αντισηπτικό,
και όνειρά μου ανθόσπαρτα, δεν έχουμε κωλόχαρτα.
Άκυρα Πάσχα - καλοκαίρι, να μην κολλήσουνε οι γέροι
τα βράδια μου έτσι αν περάσω, κι εγώ μαζί τους θα γεράσω.
Πιτζάμες μόνιμα και Crocs, δε χάνω το My style Rocks,
και άμα πάω να κόψω φλέβα, emoji στέλνω στη Μαρέβα.
Υπομονή μου εσύ ιώβεια, δε σε τρομάζουν τα μικρόβια
τα χέρια αν έχεις καλοσύνη, βούτα τα λίγο στη χλωρίνη.
Κομμένες βόλτες, γυμναστήρια, ζυγίζω όσο δυό πλυντήρια
τα story πριν να ανεβούν, δυό ώρες θέλουν Facetune.
Ρωτούν η μάνα κι ο μπαμπάς, να πάω μαζί τους μήπως μπάς;
μ’ αυτό δεν παίζει ούτε καν, καλύτερα να πάω Wuhan.
Λαχτάρα μου μεγάλη, τόση, το δράμα πότε θα τελειώσει;
ξανά να σμίξουνε τα χείλια, καλά που ψήφισα Κικίλια.

8.9.19

Ο γύρος του κόσμου 2, 2019

Image result for hawaii aloha

Ο γύρος του κόσμου vol. 2.0, 2019

Το ένοχό σου το ποιόν, το’ μαθα εγώ μες τη Λυών,
γάμο που μου ‘ταξες στη Σιένα, μούσι όλα ήτανε και ψέμα.
Τρεις μήνες που ‘μασταν στο Μπάρι, χαμπάρι εγώ δεν είχα πάρει
και μόλις έμαθα την Τρίτη, πως μ΄ άλλη πήγες στη Μαδρίτη.

Τάρανδο μ’ έκανες και τράγο, σ’ ένα συνέδριο στο Σικάγο,
κι αν θυμηθώ και την Ατλάντα, στα κέρατα περνάω γιρλάντα.
Σ’ ένα χωριό στη Γουατεμάλα, κοιτάζες μια κοκκινομάλλα,
και μια ξανθιά από την Κούβα, σε τάφο μ’ έβαλε και γούβα. 

Πόσο μου έλεγες με θές, σε charity στο Μπαγκλαντές
μα όταν πήγα τουαλέτα μήνυμα σου ‘ρθε από Βαλέττα. 
Με μιά γυμνάστρια στο Μπαλί πιαστήκαμε μαλλί - μαλλί,
σε μι' άλλη πάλι στο Μιζούρι, μόνιμο 
άφησα κουσούρι.

Δυό λίτρα ήπια εγώ τεκίλα, για να ξεχάσω στη Μανίλα
κι ένα μπουκάλι Μπαΐγκόν κατέβασα στη Σαϊγκόν.
Στο Τελ Αβιβ σε μιά κλαμπάρα, ούρλιαζα εγώ σαν κατινάρα,
κι έξω μας πέταξε ο DJ, από ένα πάρτυ στο LA.

Σε μια βδομάδα στη Χιλή, πρόλαβες πήρες μιά φυλή,
Κι απ΄όλα τα μπάζα στην Αγκόλα, σου γυαλισε μια χοντροκώλα.
Για να γλεντήσεις στη Φρανκφούρτη, μου ‘ριχνες Ζάναξ στο γιαούρτι
και ξύπνησα στο Σινσινάτι και μι’ αλλη βρήκα στο κρεβάτι.

Λάρισα αν είμαστε ή Τοσκάνη, εντύπωση πια δε μου κάνει,
κι όλα τα μέρη που είναι «ουάου», φούρνοι μου μοιάζουν στο Νταχάου.

Θά ‘ πρεπε νά χα πεί το bye, προτού να πάμε Ουρουγουάη,
Μα στη Χαβάη λέω αλόχα, καλά να πάθω η μαζόχα.

31.8.19

Ένα διαφορετικό ποίημα, 2019


Ένα διαφορετικό ποίημα, 2019


Το ποίημα το σημερινό, δε θα ‘ναι σαν τα άλλα,
που κάτω γέρνουν τη χαρά, στης μοίρας την τραμπάλα.

Πίσω θ´ αφήσω τους καημούς και όσα έχω περάσει,
τα πλην και όλα τα μηδέν, να πάρει το φαράσι.

Κανέναν δεν θα αφορά και δε τ´ αφιερώνω,
χάδι θα είναι στα αυτιά, το στόμα θα λιγώνω.

Λόγια μεστά από καρδιάς, κελαρυστό τραγούδι,
παιδούλα κάνουν τη γριά, το διάολο αγγελούδι.

Θα το διαβάζουν οι τρελοί και λογικοί θα γίνουν,
νόημα θά ‘βρουν και οι χαζοί κι εξίσωση θα λύνουν.

Μες της πιστής μια προσευχή, στην Παναγιά της Τήνου,
στα λύκεια μάθημα θα μπει, σε δίσκο της Κοκκίνου.

Όμως η ώρα πέρασε, να γράφω δεν αρχίζω,
και με προλόγους και σασπένς, κάθομαι και στα πρήζω.

Μάταια στύβω το μυαλό, μπας και ιδέα στάξει,
«Ουάου» τ´ «αμάν» να μου φανεί, και το «σκατά»: «εντάξει».

Μόνο σουξέ θα γράφω εγώ, σαν τον παλίο καλό καιρό,
«στο πλοίο γι’ Αμοργό, σε γνώρισα Γωγώ»

Ρέκβιεμ για το καλοκαίρι, 2019



Ρέκβιεμ για το καλοκαίρι, 2019

Ανοίγω τα παράθυρα, πάει κι αυτό το βράδυ,
μ´αντι του ήλιου να ´μπει φως, μπαίνει ξανά σκοτάδι.

Αίμα στις φλέβες δεν κυλά, λαλιά πια δε μου βγαίνει,
χορεύει όλο το νησί, στην άκρη εγώ καημένη.

Το πλοιο που με έφερε, σε ξέρα ας είχε πέσει,
προτού μ’ αυτην σ´ αντικριζα κι οι διακοπές μου φέσι.

Σε μπαρ και σε περίπτερα απ έξω δεν περνάω,
μη και τυχόν μαζί σας δω, κι αρχίσω το τσιγάρο.

Φίλες δεν έχω πειστικές, τον πόνο να μοιράσω,
στις πίκρες δεν μου στάθηκαν, μα ούτε να τις κλάσω.

Μόνη κουπι εγώ τραβώ, και πνίγομαι στο κλάμα,
σαν ειρωνεία τραγική, μελό κι αρχαίο δράμα.

Δεν ξέρω τι ειν´ καλύτερο, αυτή να παρατήσεις, 
ή μήπως με τ´ αμάξι σου με μιας να με πατήσεις.

Με λύσσα εγω το πρόσμενα αυτό το καλοκαίρι,
με άλλη όμως το γλεντάς, κατάπια εγώ μαχαίρι. 

Τα άνθη όλα κιτρίνισαν και πέσαν τα μπουμπούκια,
Μνημόσυνο είν´ το γλέντι πια και ρέκβιεμ τα μπουζούκια.

Μοίρα μου που με πρόδωσες, θαρρείς πως είναι αστείο,
καλύτερα να ήμουνα τον Αύγουστο γραφείο.

16.5.19

Για να σε βρω, 2019




Για να σε βρω, 2019

Σ’ όλου του κόσμου τα στενά, σε όρη και ποτάμια
να ψάξουν βάζω να σε βρούν κι απλώνω τα πλοκάμια.
Για μια στιγμή που ζήσαμε, μία ζωή χαρίζω
σαν το σκυλί  στα χνάρια σου, κάθε γωνιά μυρίζω.
Ρωτώ να μάθω σε χωριά, στις πόλεις πήγα όλες
σε καφετζού σε ντέντεκτιβ, φίλους και κουτσομπόλες.
Ξανθά μαλλιά, φρύδια σμιχτά και βλέματα σαν σφαίρες
χτενίζω κάμπους, πέλαγα, ωκεανούς και ξέρες.
Τηλέφωνο σαν μού ‘δωσες, μπερδεύτηκαν τα πλήκτρα
σαράντα κάνω πυρετό και οι παλμοί σφυρίχτρα.
Το μέρος που σ΄αντάμωσα τρεις μήνες έχει κλείσει
μα φλόγες καίνε μέσα μου, σαν δράκος της Καλίσι.
Άραγε εσύ μ’ αναζητάς, στο νού σου είμαι ακόμα;
ή τίτλους τέλους έβαλες και στο μπουκάλι πώμα;
Για σένα χρήμα θ’ αρνηθώ, την κάθε ματαιότητα
τάμα, κερί στην Παναγιά και φτιάχνω φανουρόπιτα.
Ξημέρωσες τη νύχτα μου και άνοιξες της πύλες
εικόνα ήσουν βιβλική, βοηθούσαν κι οι τεκίλες.
Για να σε βρώ είμαι ικανός τα βράχια να κουνήσω
στη Νοτρ Νταμ σκεπή να μπώ, τα Ελγίνεια να γυρίσω.
Υπομονή του Ιώβ εγώ, φασούλι το φασούλι
στο τέλος άκρη αν δεν βρώ, θα πάω στη Νικολούλη.